1.Ένα 18 μηνών παιδί έχει πάει σε ένα εστιατόριο με τον πατέρα και τον θείο της. Ο πατέρας της πηγαίνει στο μπαρ,αφήνοντας το παιδί με το θείο στο τραπέζι. Το παιδί κατεβαίνει από το τραπέζι για να ακολουθήσει τον πατέρα της.
Ο θείος την αρπάζει απότομα και της λέει να μην είναι άτακτη, και να κάτσει στην καρέκλα. Κοιτάει γύρω ανήσυχα για τον πατέρα της.
2.Στο πάρτι γενεθλίων ενός ενήλικα ένα εξάχρονο είναι ξύπνιο πολύ μετά την ώρα του ύπνου. Τρέχει γύρω από την αίθουσα με τα μπαλόνια ηλίου. Ο πατέρας του φωνάζει να φύγει από τα μπαλόνια και του λέει να σταματήσει να είναι γαϊδούρι.
Τι έμαθαν τα παιδία αυτά από τις εμπειρίες αυτές; Πολλοί θα έλεγαν ότι οι αντιδράσεις των ενηλίκων ήταν απαραίτητες για να διδάξουν το παιδί τη διαφορά μεταξύ σωστού και λάθους: μεταξύ «καλών» και «κακών» συμπεριφορών. Η λεκτική τιμωρία είναι κοινή σχεδόν σε κάθε σπίτι και το σχολείο. Στηρίζεται στην ντροπή με τον ίδιο τρόπο που η σωματική τιμωρία στηρίζεται στον πόνο. Το ντρόπιασμα είναι μια από τις πιο κοινές μεθόδους που χρησιμοποιούνται για να ρυθμίσουν τη συμπεριφορά των παιδιών και στο σπίτι και στο σχολείο. Αλλά τι γίνεται αν το να ντροπιάσουμε τα παιδιά μας, είναι ισοδύναμο με το να βλάψουμε τα παιδιά μας;
Τα παιδιά συχνά επιπλήττονται επειδή απλώς κλαίνε. Πολλές φορές οι άνθρωποι πιστεύουν ότι ένα μωρό που κλαίει δεν συμπεριφέρεται σωστά. Οι ισχυρές εκφράσεις των συναισθημάτων – όπως ο θυμός και θλίψη είναι ο φυσικός τρόπος ρύθμισης του νευρικού τους συστήματος, ενώ ταυτόχρονα επικοινωνούν τις ανάγκες τους και εκφράζονται συναισθηματικά.
Τα παιδιά κλαίνε όταν πονάνε ή είναι στεναχωρημένα, και έχουν το δικαίωμα να το εκφράζουν. Ακόμα κι αν είναι συχνά δύσκολο να υποφέρει κανείς τη γκρίνια και το κλάμα, δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε ότι πρόκειται για μια υγιή, φυσιολογική αντίδραση που αξίζει την προσοχή μας. Είναι τραγικό αν δούμε πόσο συχνά τα παιδιά ντροπιάζονται μόνο και μόνο επειδή κλαίνε .
Τι είναι το ντρόπιασμα;
Πρόκειται για ένα σχόλιο - άμεσο ή έμμεσο - σχετικά με το τι είναι το παιδί. Το ντρόπιασμα είναι σχεδιασμένο ώστε να περιορίζει την συμπεριφορά μέσα από αρνητικές σκέψεις και συναισθήματα για τον εαυτό τους. Το ντρόπιασμα λειτουργεί δίνοντας στα παιδιά μια αρνητική εικόνα για τον εαυτό τους - όχι για τις επιπτώσεις της συμπεριφορά τους.
Παραδείγματα:
Η ετικέτα: «άτακτο παιδί! », «κάνεις σαν κακομαθημένο! » « είσαι ένα παλιόπαιδο, εγωιστής και κλαψιάρης »
Ηθικολογία: «Τα καλά αγόρια δεν ενεργούν με αυτόν τον τρόπο- Είσαι κακό κορίτσι»
Η βασισμένη στην ηλικία προσδοκία: «Ωρίμασε! Σταματήσει να κάνεις σαν μωρό! »
Η προσδοκία που βασίζεται στο φύλο: «να συμπεριφέρεσαι σαν άντρας» « τα αγόρια δεν κλαίνε» «κάνεις σα γυναικούλα» «μην συμπεριφέρεσαι σαν αγοροκόριτσο» .
Η προσδοκία βασισμένη στις ικανότητες: « Είσαι απελπισία-καταστροφή»
Η σύγκριση: «Γιατί δεν μπορείς να είσαι περισσότερο όπως η ξαδέρφη σου;» «Κανένα από τα άλλα παιδιά δεν κάνει σαν και σένα».
Πώς αποκτάται η ντροπή
Κανείς δεν γεννιέται νιώθοντας ντροπή. Είναι μια μαθημένη, αμήχανη συγκίνηση, η οποία ξεκινά στα περίπου δύο έτη της ηλικίας με την έλευση της γλώσσας και του σχηματισμού της αυτό-εικόνας. Παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι γεννιούνται με την ικανότητα για ντροπή, η ετοιμότητα/τάση να νιώθει κανείς ντροπή σε συγκεκριμένες καταστάσεις μαθαίνεται.
Αυτό σημαίνει ότι όπου υπάρχει ντροπή, υπήρξε κάποιος που μας ντρόπιασε. Μαθαίνουμε να ντρεπόμαστε για τους εαυτούς μας επειδή κάποιος σημαντικός στη ζωή μας μάς εισήγαγε στην ντροπή. Τα μηνύματα της ντροπής είναι πιο ισχυρά όταν προέρχονται από εκείνους που βρίσκονται πιο κοντά μας, από τους ανθρώπους που αγαπάμε, θαυμάζουμε ή σεβόμαστε. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο η χρήση του γονικού ντροπιάσματος μπορεί να έχει βαθύτερες επιπτώσεις στα παιδιά. Ωστόσο, το ντρόπιασμα από τους δασκάλους, τα μεγαλύτερα αδέλφια και τους συνομηλίκους, μπορεί επίσης να βλάψει την αυτό-εικόνα του παιδιού.
Δεδομένου ότι τα παιδιά είναι πιο ευάλωτα και ευαίσθητα από τους ενήλικες, τα ντροπιαστικά μηνύματα που λαμβάνονται στην παιδική ηλικία είναι πολύ πιο δύσκολο να αγνοηθούν ή να ξεχαστούν. Τα μηνύματα της ντροπής είναι κυρίως λεκτικά, αλλά δεν μπορεί να υπάρξει μεγάλη δύναμη ντροπιάσματος από ένα βλέμμα περιφρόνησης, αποστροφής ή υποτίμησης. Η επαναλαμβανόμενη λεκτική τιμωρία αφήνει τα παιδιά με μια διαρκή αίσθηση του εαυτού τους ως εγγενώς «κακά».
Ως γονείς έχουμε την τάση να καταφεύγουμε σε το ντρόπιασμα όταν αισθανόμαστε κατακυριευμένοι από άγχος, εκνευρισμό ή απογοήτευση, και νιώθουμε την ανάγκη να ελέγξουμε τα παιδιά μας. Το ντρόπιασμα λειτουργεί ως βαλβίδα αποσυμπίεσης και ανακούφισης της γονικής έντασης και δυσφορίας. Το ντρόπιασμα είναι η εκτόνωση του θυμού για τον γονέα και τον κάνει να αισθανθεί καλύτερα- αν και μόνο στιγμιαία.
Οι βλαβερές συνέπειες του ντροπιάσματος
Για να κατανοήσουμε τη ζημιά που προκαλεί η ντροπή, πρέπει να κοιτάξουμε βαθύτερα από τον επιφανειακό στόχο της «καλής» συμπεριφοράς. Αν σκεφτούμε ότι η λεκτική τιμωρία έχει «δουλέψει», επειδή το παιδί άλλαξε αυτό που έκανε, τότε έχουμε περιορίσει επικίνδυνα την οπτική μας για το παιδί σε μια παρατηρήσιμη συμπεριφορά. Είναι πολύ εύκολο να παραβλέψουμε τον εσωτερικό κόσμο των παιδιών, τα συναισθήματα που αποτελούν τη βάση της συμπεριφοράς τους, και τον πόνο που προκαλείται από τι ντρόπιασμα. Είναι επίσης εύκολο να μην δούμε τι κάνει το παιδί εκτός της επίβλεψης του γονέα...
Το ντρόπιασμα συνθλίβει τη φυσική πληθωρικότητα του παιδιού, την περιέργειά τους, και την επιθυμία τους να αυτενεργούν. Τα λόγια εντός σπιτιού που εθεωρούντο «αβλαβή», έχουν την δύναμη να υπονομεύσουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού για τα επόμενα χρόνια.
Η πηγή της χαμηλής αυτό-εκτίμησης:Με το ντρόπιασμα οι συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών αγνοούνται, οι εμπειρίες τους θεωρούνται ασήμαντες και δευτερεύουσες, και μεγαλώνουν νιώθοντας ασήμαντα. Εάν τους λένε ότι είναι «κακά και άτακτα», ενστερνίζονται αυτό μήνυμα και το κουβαλάνε ως δόγμα στην ενήλικη ζωή.
Ντρόπιασμα και ψυχική ασθένεια
Αυτή η σύνδεση έχει υποτιμηθεί μέχρι σήμερα. Οι ερευνητές βρίσκουν όλο και περισσότερο συνδέσεις μεταξύ του ντροπιάσματος στην παιδική ηλικία και σε διαταραχές όπως κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές προσωπικότητας παιδική ηλικία,και Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή. Στο βιβλίο του «Η Ψυχολογία της ντροπής», ο Γ. Κάουφμαν πηγαίνει περαιτέρω να διεκδικήσει μια σύνδεση μεταξύ του ντροπιάσματος και σε εθιστικές διαταραχές, διατροφικές διαταραχές, φοβίες και η σεξουαλική δυσλειτουργία.
Όπως το κλάμα για τη θλίψη, και η φωνή για το θυμό, τα περισσότερα συναισθήματα έχουν μια φυσική έκφραση η οποία τους επιτρέπει να εκφραστούν και να εκτονωθούν. Η ντροπή όχι. Αυτός είναι ο λόγος που οι επιπτώσεις της έχουν μακροχρόνια διάρκεια. Ο Τόμας Scheff, κοινωνιολόγος στο Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, δήλωσε ότι η ντροπή αναστέλλει την έκφραση όλων των συναισθημάτων - με εξαίρεση την περιστασιακή του θυμού. Οι άνθρωποι που αισθάνονται ντροπιασμένοι τείνουν προς δύο πόλους της έκφρασης: συναισθηματική αταραξία και παράλυση, ή εξάρσεις της εχθρότητας και της οργής. Μερικοί ταλαντεύονται διαρκώς από το ένα άκρο στο άλλο. Όταν η το ντρόπιασμα υπήρξε σοβαρό, συχνό ή ακραίο, συμβάλει στην ανάπτυξη της ψυχικής ασθένειας.
Γιατί το ντρόπιασμα ΔΕΝ λειτουργεί
Το ντρόπιασμα δεν διδάσκει για τη σχέση ή την ενσυναίσθηση. Ενώ το ντρόπιασμα έχει τη δύναμη να ελέγχει τη συμπεριφορά, δεν έχει την δύναμη να διδάξει ενσυναίσθηση. Όταν ονομάζουμε επανειλημμένα τα παιδιά «άτακτα» ή παρόμοια, τα εθίζουμε να λειτουργήσουν ενδοσκοπικά, και έτσι απορροφώνται στον εαυτό τους και εστιάζουν στην αποτυχία τους να ευχαριστήσουν. Μαθαίνουν να βάζουν ετικέτα στον εαυτό τους, αλλά δεν μαθαίνουν τρόπους να σχετίζονται, να εξετάζουν, να λαμβάνουν υπ όψιν του τα συναισθήματα των άλλων.
Για να αναπτύξουν ενσυναίσθηση, τα παιδιά πρέπει να καταλάβουν πώς αισθάνονται οι άλλοι. Ονομάζοντας τα παιδιά «άτακτα», για παράδειγμα, δεν έχουμε πει στο παιδί τίποτα για το πώς αισθανόμαστε για τη συμπεριφορά. Τα παιδιά με το ντρόπιασμα δεν μπορούν να μάθουν να νοιάζονται για τα συναισθήματα των άλλων, ούτε για το πώς η συμπεριφορά τους επηρεάζει τους άλλους, την ώρα που είναι απορροφημένα στο να σκέφτονται: «Υπάρχει κάτι λάθος με μένα». Το αντίθετο θα έλεγα, ότι ίσως έτσι αναπτύσσουν και μια ορμή/τάση για εκδικητικότητα.
Οι ψυχοθεραπευτές και οι ερευνητές διαπιστώνουν ότι τα άτομα που είναι πιο επιρρεπή στην ντροπή, είναι λιγότερο ικανά για ενσυναίσθηση προς τους άλλους, και περισσότερο αυτό-απασχολημένα. Το επαναλαμβανόμενο ντρόπιασμα οδηγεί σε ένα ρηχό κομφορμισμό, βασισμένο στην αποφυγή της αποδοκιμασίας και στην αναζήτηση ανταμοιβών. Το παιδί μαθαίνει να γίνεται υποχωρητικό και να συμμορφώνεται για να αποφύγει την τιμωρία. Ας μην ξεγελιόμαστε: Η παρωδία των «καλών τρόπων» που εκβιάζεται από το ντρόπιασμα, δεν είναι θεμελιωμένη σε πραγματικό διαπροσωπικό σεβασμό.